Οι φόνοι της οικογένειας Χόουπ πλέον είναι ένα τραγούδι που ακούγεται στα σχολικά προαύλια – όταν όμως συνέβησαν, μια αιματοβαμμένη νύχτα του 1929, συγκλόνισαν την ακτή του Μέιν. Αν και οι περισσότεροι υποθέτουν ότι υπεύθυνη για τους φόνους ήταν η δεκαεφτάχρονη Λενόρα, η αστυνομία δεν κατάφερε ποτέ να το αποδείξει. Η Λενόρα αρνήθηκε την ενοχή της μετά τους φόνους αλλά πέρα από αυτό ποτέ δεν έχει μιλήσει δημοσίως για αυτό – ούτε έχει βγει έξω από την έπαυλη όπου συνέβη το μακελειό. Πλέον είναι 1983, και η Κιτ ΜακΝτίρι καταφτάνει στο μαραζωμένο Χόουπς Εντ για να αναλάβει την φροντίδα της Λενόρας – η προηγούμενη νοσοκόμα το έσκασε μέσα στη νύχτα. Στα εβδομήντα της, καθηλωμένη σε αμαξίδιο, η Λενόρα δεν μπορεί πια να μιλήσει μετά από διάφορα εγκεφαλικά και ο μόνος τρόπος επικοινωνίας της με την Κιτ είναι μια παλιά γραφομηχανή. Μια νύχτα, η Λενόρα χρησιμοποιεί τη γραφομηχανή για να κάνει μια δελεαστική πρόταση: να της πει τα πάντα. Καθώς η Κιτ βοηθά τη Λενόρα να γράψει τα γεγονότα που οδήγησαν στο μακελειό, αποκαλύπτεται ότι πολλά πράγματα έχουν μείνει κρυφά. Όταν όμως έρχονται στο φως νέες λεπτομέρειες για την αναχώρηση της προκατόχου της, η Κιτ αρχίζει να υποψιάζεται ότι η Λενόρα μπορεί να μη λέει όλη την αλήθεια – και ότι η φαινομενικά άκακη γυναίκα την οποία φροντίζει ίσως να είναι πολύ πιο επικίνδυνη απ’ όσο νόμιζε στην αρχή.