Υπήρχαν κάποιες στιγμές που ο υπαστυνόμος Περικλής Χρηστίδης ένιωθε πως περπατούσε στα τυφλά. Η ανακάλυψη ενός νεκρού σε χωματερή, η δολοφονία της νεαρής Ελεάνας Μπόλα, η δήθεν αυτοκτονία του Αγγελίδη, ο αποτρόπαιος φόνος μιας γυναίκας μέσα στο σπίτι της, η εκμετάλλευση τόσων κοριτσιών που κατέληγαν σε νυχτερινά κέντρα, και η φρικαλέα ανακάλυψη ενός αποσυντιθέμενου πτώματος μιας κοπέλας στους καλαμιώνες μιας λίμνης πίεζαν το μυαλό του και τον πείσμωναν να ανακαλύψει τους υπαίτιους. Το μόνο αχνό φως που τρεμόπαιζε μπροστά του ήταν η σύλληψη του «τυπογράφου». Από κει και μετά έμοιαζε να χορεύει έναν αργό χορό στο βαθύ σκοτάδι! Τα βήματα αβέβαια, καθώς έψαχνε στα τυφλά ένα στέρεο πάτημα. Ένα στραβοπάτημα, μια λάθος κίνηση θα σήμαινε καταποντισμό σε ένα βαθύ βάραθρο, με ολέθριες συνέπειες…