ΤΟ ΨΑΡΙ Της θάλασσας ο ύπνος αγριεύει τον βράχο αφανίζει ο αφρός μαχαίρια ακονίζουνε το φως η λύπη όπου να 'ναι βασιλεύει. Η τρικυμία στην ακτή κοιμάται πριν δει της αστραπής την ιαχή τα λόγια που του είπε η βροχή το ψάρι το ακέφαλο θυμάται. Τα μάτια τού τα έκλεψε η Σελήνη το στόμα του το ήπιε η βουή τα λέπια του λυγμός τα απαλύνει. Γυναίκα τι γυρεύεις να σου πει το κύμα που δεν βρίσκει τη γαλήνη αδιάκοπα ξεπλένει την πληγή. [Από την έκδοση]