ΑΘΩΣ
ΑΘΩΣ
Περπατούσα και δεν ήθελα να τελειώσει ο δρόμος. Νόμιζα πως ήμουν μέσα σε μια παραδείσια διαδρομή με τους ταγμένους δούλους του Θεού να δουλεύουν τη γη σαν εντεταλμένοι γονιμοποιητές της. Μια κάπως νεανική καλογερίστικη φωνή μελωδούσε από μακριά, σαν να ήταν μπροστά σε ψαλτήρι. Έτσι πορεύονται οι άνθρωποι του Όρους. Όλοι κάνουν μια εργασία, μια άσκηση και όλοι μαζί διατηρούν την ωραιότητα του τόπου με όλα τα καλά, όπως τους την κληροδότησαν οι άγιοι Πατέρες.
Αν καθίσει κανείς στης πέτρας το απέραντο αγνάντι, θα δει το αντιπάλεμα του σκοταδιού με τη φώτιση! Στάσου και συ εκεί να βρεις τις υπαρξιακές σου άκρες, τη στιγμή που το φως του φεγγαριού λούζει το μπόι σου στη θάλασσα. Εκείνη είναι η στιγμή που ο άνθρωπος βλέπει τον δικό του Θεό εκεί στη φύση, όπου η σκέψη κάνει την υπέρβασή της.





