Η ΗΡΑ ΣΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ
Η ΗΡΑ ΣΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΚΑΡΚΙΝΟΥ
Ήθελα να δείχνω περήφανη τα υπέροχα κυπαρισσόμηλά μου, να συνεχίσω να κυκλοφορώ ασκεπής και ξυπόλυτη στον δρόμο φορώντας μόνο, ως φύλλο συκής, το βαμβακερό κιλοτάκι, αλλά υποτάχτηκα ακούσια στις νουθεσίες της μάνας και την υπενθύμιση του κοινωνικού στάτους της οικογένειάς μου. Μα τα κυπαρισσόμηλα ασφυκτιούσαν στις πάνινες φυλακές των ρούχων, καθώς μεγάλωναν κι άλλαζαν σχήμα και διαστάσεις. Κι εγώ, τα βράδια ολόγυμνη στην κάμαρά μου, τ’ άγγιζα μπροστά στον ολόσωμο καθρέφτη μου και η εικόνα μου άλλαζε, γινόταν πάλι η παιδούλα με το βαμβακερό κιλοτάκι και τα υπέροχα κυπαρισσόμηλα που σεργιανούσε περήφανη γι’ αυτά στους δρόμους της γειτονιάς… ? Νύχτα αϋπνίας, προσπαθώ να βρω καταφύγιο στους τέσσερις τοίχους του μπάνιου μου. Μπροστά στον ολόσωμο καθρέφτη του ικέτιδα του παραλόγου προσπαθώ να διαχωρίσω εκείνη που καθρεφτίζεται μέσα του με την άλλη που στέκεται εμπρός του. Ποτέ μην εμπιστεύεσαι τους καθρέφτες, είχα διαβάσει κάπου κάποτε. Δεν σου δείχνουν το παρελθόν, ούτε το μέλλον, μόνο μια φευγαλέα αποτύπωση της στιγμής μπορούν να σου δώσουν, που ακόμη και μια απειροελάχιστη κίνηση μπορεί να την αλλοιώσει. ? Η Κώστια Κοντολέων, στο μυθιστόρημά της αυτό, αναζητά την ταυτότητα μιας γυναίκας από τα πρώτα εφηβικά της χρόνια έως την πλήρη ωριμότητά της… Χρόνια που τα σφράγισε η παρουσία πρώτα και στη συνέχεια η απουσία του συμβόλου του γυναικείου σώματος. Χρόνια αυθορμητισμού, μα και ωριμότητας. Τελικά, χρόνια συνεχούς ζωής.