ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΟΡΕΙΑ (No 38)
ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΟΡΕΙΑ (No 38)
ΠΕΡΑΣΜΑ
Αυτή τη νύχτα θα 'βλεπες - αν κοίταζες ψηλά
τους αγγέλους να βάφουνε τ' άστρα με μπογιά πορφυρή·
μα κι εδω κάτω, ανάμεσα στα λιόδεντρα, σε φτάνει το μύρο
στα ρουθούνια - κι όμως νευρικά ξεφυσάς, το ρολόι κοιτάς,
το τσιγάρο
τελειώνει· είναι τούτα, λες, πράματα άπιαστα, λεπτά: δίχως βάρος
στέκουν στον αέρα, τώρα ξυπνάν -όλοι- και το λένε, μα συ το 'νιωθες
και πιο πριν
πόσο το ποθούσες σαν χτύπαγες την τσάπα, το καμάκι, το σκήπτρο
να κράταγες στο χέρι σου - κόκκινο: κι έτσι τ' άφησες όλα·
τώρα, λέει, κάλλιο να μην είχες γεννηθεί, μα δεν ήταν τούτο δα λάθος
δικό σου: μαζί κι εσύ μάτωσες, κι ένιωσες κιόλας και προδομένος,
πως άδικα χάνεις την ώρα· όμως ήδη -μαστιγιές- τα λεπτά ματώνουν
τ' αυτί σου: μια ώρα αρχύτερα, λες - και μήτε καν για κέρδος:
είναι κείνο γελοίο σχεδόν, μα όχι κι οι πόθοι που σε καίνε, μαρτύριο
ανθρώπινο
[...]
[Από την έκδοση]