ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΕΝΤΡΟΠΙΑ
ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΕΝΤΡΟΠΙΑ
Βάδιζα μόνος το βράδυ. Η Κ. Λ. θύμιζε γυναίκα υγρή κι ικανοποιημένη. Δεν ήμουν στ' αλήθεια μόνος, οι δρόμοι έσφυζαν από πεζούς, καταναλωτές κι επαίτες. Ο θόρυβος πληγώνει την ιερότητα της μουσικής που παίζει ένας άστεγος στη γωνιά του δρόμου. Το τρένο είναι ένα ψυχρό ον που διεισδύει στις σήραγγες της πόλης, καθώς οι επιβάτες δε γνωρίζουν τίποτα απ' τη διαδρομή τους πέρα απ' τους προορισμούς.
Έστριψα στη γωνία, σ' ένα ζοφερό στενοσόκακο όπου παρεισφρέουν μόνο ποντίκια, κάθε τρεις και λίγο. Ενώ σιμώνεις μπορείς ν' αφουγκραστείς τους ψιθύρους των ποντικιών, μπορείς να τα νοιώσεις να περνούν ανάμεσα απ' τα πόδια σου... Έχω διασχίσει αυτό το σοκάκι ήδη χίλιες φορές, έχω απομνημονεύσει την οσμή του, μοναδικός μου στόχος ήταν να φτάσω σε μία καφετέρια που επισκέπτομαι κάθε μέρα πριν καταλήξω στο σπίτι μου. [...] (Από την εισαγωγή της έκδοσης)