ΔΕΚΑ ΣΥΝ ΔΥΟ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΡΘΩΣ ΠΟΡΕΥΕΣΘΑΙ
ΔΕΚΑ ΣΥΝ ΔΥΟ ΑΣΚΗΣΕΙΣ ΠΕΡΙ ΤΟΥ ΟΡΘΩΣ ΠΟΡΕΥΕΣΘΑΙ
"Έντομο": Μακρό και ξυπόλυτο. Χώνεται σε τρύπες και συστρέφεται. Αγαπάει τις τρύπες, τις βυθισμένες σε μακρύ σκότος. Λαβύρινθος και σπείρες. Βυθίζεται εντός τους και κολυμπάει. Σαλτάρει ψηλά, ως το ταβάνι, και κατακρημνίζεται χαμαί τραβηγμένος από τον νόμο της βαρύτητας. Δεν δίνει σημασία στις προηγηθείσες πατημασιές που οδηγούν στα κάτεργα. Δεν φοβάται το δόσιμο. Γι' αυτό επιδεικνύει φανερή προτίμηση στα πηγάδια. Λοιπόν να: ή του ύψους ή του βάθους. Δοκιμάζει την κατάρα. Και δεν φτύνει στον κόρφο του κρυφά. Απλά την αντέχει, την εξακοντίζει στα όρια της. Άνεμος σαρωτικός το συνεπαίρνει. Αμμοθύελλα το περιτριγυρίζει. Άμμος εισχωρεί σε μάτια, μύτη, στόμα. Αμμόλοφος κατασκευάζεται όπου βρίσκουν καταφύγιο εκατομμύρια σαλιγκάρια. Το σέβονται τα σαλιγκάρια, διότι κατάλυμα τους προσέφερε, σε ανυπόφορες γι' αυτά καιρικές συνθήκες. Το σπιτικό τους ρήμαζε. Απροφύλαχτα, δεν βρίσκεται πια γι' αυτά καταφύγιο σε πριγκιπισσών τους κήπους. Τα κορμιά τους γέφυρα προσφέρουν ως δείγμα ευγνωμοσύνης για προμήθεια απ' την αντίπερα όαση. Νερό και δέντρο. Το έντομο το εκτιμά αυτό. Και ως αντάλλαγμα τους προσφέρει λουλούδια. Λουλούδια ευωδιαστά να χάνεται η ψυχή σου. Μαραζώνει μοναχό του. Άλλα έντομα δεν κατοικούν γύρω του. Τα κατάπιαν τα ξερονήσια. Αρέσκεται τέλος-τέλος στη μοναξιά του. Μπορεί να κάνει το ο,τιδήποτε. Να κάνει τον γελωτοποιό, να κοροϊδέψει τους χαζούς, να ξεκαρδιστεί στα γέλια παίζοντας σκάκι έχοντας πάντα τον ίππο υπό μάλης. Κύριοι, δεν ντρέπεται για το άτρωτο της μνήμης του. Αναμιμνήσκεται των προγόνων του καν και καν. Θλίψη καίρια το κατακαίει. Μη φθαρτό αυτό σαν ηλιοτρόπιο - φθαρτοί σαν από σύννεφο εκείνοι. Έντομο μεν -αλλά όχι ζωύφιο. Δεν πρόκειται για δηλητηριώδη σαρανταποδαρούσα, αλλά για μετριόφρονα μεταξοσκώληκα. Καύκαλο ούτως ή άλλως του είχε δανείσει το σαλιγκάρι. Δεν κινδύνευε από αρπαχτερό αετό: θέλει το μετάξι του αυτό - φορέματα μεταξένια να υφάνει για νύφες διαλεχτές. Άδολοι έρωτες. Να κείτεται σε μονήρεις ακρογιαλιές, σε στοργικά λοφάκια. Ντρέπεται το έντο
Οικογένεια: Πεζογραφία
Ομάδα: Ελληνική Πεζογραφία
Κατηγορία: Νεοελληνική Πεζογραφία